Πρόταση του ευρωβουλευτή Θόδωρου Σκυλακάκη για θέσπιση ειδικού πόρου για την καταπολέμηση του εθισμού
Από την απάντηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σε ερώτησή μου, από τις διατάξεις του νομοσχεδίου που κατέθεσε η κυβέρνηση για τα τυχερά παιχνίδια και από την στάση των φορέων που επιβλέπουν τα τυχερά παιχνίδια στη χώρα μας, προκύπτει ότι το πρόβλημα του εθισμού στα τυχερά παιχνίδια δεν έχει αξιολογηθεί ουσιαστικά τόσο στην Ευρώπη όσο και στην Ελλάδα.
Ενώ βασικός λογος για τον οποίο το κοινοτικό δίκαιο προβλέπει τη δυνατότητα κρατικών μονοπωλίων στον τομέα αυτό είναι η καταπολέμηση του εθισμού, ο αρμόδιος επίτροπος κ. Barnier δηλώνει ότι: «Η Επιτροπή δεν έχει στοιχεία για το ποσοστό των εσόδων που αποκομίζουν τα κρατικά μονοπώλια (ή ιδιωτικοί φορείς) από συγκεκριμένες ομάδες (π.χ. συγκεκριμένες ηλικιακές ομάδες, προβληματικούς ή μανιώδεις παίκτες)… εναπόκειται κατά κύριο λόγο στις εθνικές αρχές να περιορίσουν το πρόβλημα, και η Επιτροπή δεν διαθέτει ολοκληρωμένη εικόνα των μέτρων που λαμβάνουν τα κράτη μέλη… το θέμα θα τεθεί στην επικείμενη ευρεία διαβούλευση σχετικά με τις on-line υπηρεσίες τυχερών παιχνιδιών… που θα ξεκινήσει κατά τη διάρκεια του πρώτου τριμήνου του 2011…».
Στη χώρα μας τώρα η κυβέρνηση κατέθεσε σε δημόσια διαβούλευση (η οποία διήρκεσε ελάχιστο χρόνο και έληξε χθες), νομοσχέδιο, με το οποίο διευρύνει δραστικά την έκταση του λεγόμενου «συνοικιακού τζόγου», με έναν πολύ μεγάλο αριθμό νέων παιγνιομηχανών τύπου VLT σε χιλιάδες νέα σημεία πώλησης και πρόβλεψη για τη δυνατότητα να παίζονται τα τυχερά παιχνίδια και από τηλεοράσεως, χωρίς να έχει προηγουμένως παρουσιάσει κάποια σοβαρή μελέτη, για την έκταση του προβλήματος του εθισμού και τις επιπτώσεις που θα έχει η εισαγωγή των νέων μηχανών στην έκταση του φαινομένου του τζόγου συνολικά. Αν δηλαδή και σε πόσο βαθμό θα περιορίσει την παράνομη διεξαγωγή τυχερών παιχνιδιών ή αν θα αυξήσει το άθροισμα νόμιμου και παράνομου τζόγου. Ταυτόχρονα η κυβέρνηση δεν έχει προχωρήσει σε αποτελεσματικές νομικές ενέργειες κατά του διαδικτυακού παράνομου τζόγου, ούτε προκύπτει από το νόμο και τις δυνατότητες που προσφέρει στην Επιτροπή Εποπτείας και Ελέγχου Παιγνίων (από πλευράς προσωπικού κ.λπ.), οψέποτε αυτή λειτουργήσει, ότι θα μπορέσει αποτελεσματικά να καταπολεμήσει τον ανεξέλεγκτο παράνομο διαδικτυακό τζόγο, ή τον αντίστοιχο παράνομο συνοικιακό.
Το πρόβλημα του εθισμού παραμένει οξύ ακόμα και στο πλαίσιο των νόμιμων δραστηριότητων των τυχερών παιχνιδιών. Ο ΟΠΑΠ, πέραν των θεμάτων διαφάνειας που έχουν ανακύψει (αφού ακόμα δεν έχει απαντήσει ούτε ο ίδιος ούτε η κυβέρνηση που διακηρύσσει ότι στηρίζεται στην ανοιχτή διακυβέρνηση, για το αν προτίθεται να δώσει στη δημοσιότητα την πρόσφατη σύμβαση ΟΠΑΠ-ΙΝΤΡΑΛΟΤ), ακολουθεί πρακτικές που κάθε άλλο παρά συνεισφέρουν στην καταπολέμηση του εθισμού. Ενώ το μονοπώλιο του ΟΠΑΠ έχει ως προϋπόθεση την καταπολέμηση του εθισμού, ενώ έχει υποτίθεται υιοθετήσει τις αρχές των Ευρωπαϊκών Λοταριών για το υπεύθυνο παιχνίδι (βλ. έκθεση για την εταιρική και κοινωνική ευθύνη του 2008), στηρίζει ένα πολύ μεγάλο μέρος των εσόδων του στο ΚΙΝΟ. Ένα παιχνίδι, που με τη συχνότητα που διεξάγεται στην Ελλάδα και τον «χορό των αριθμών» που συνοδεύει οπτικά τις κληρώσεις του, λειτουργεί στην πραγματικότητα ως ένα είδος «ηλεκτρονικής ρουλέτας» και πολλαπλασιάζει την πιθανότητα εθισμού των πιο αδύνατων κοινωνικών ομάδων στον τζόγο. Διεξάγονται κληρώσεις κάθε πέντε λεπτά από το πρωί μέχρι το βράδυ (800 την εβδομάδα) και δεν υπάρχει σοβαρό πρόγραμμα προστασίας των εθισμένων παικτών. Για να αντιληφθεί κανείς τη διαφορά μεταξύ υπεύθυνου και όχι παιχνιδιού, στη Γερμανία, στο μεγαλύτερο ομόσπονδο κρατίδιο, της Βόρειας Ρηνανίας Βεστφαλίας η κρατική Westdeutsche Lotterie, θεωρεί το ΚΕΝΟ (όπως ονομάζεται εκεί το ΚΙΝΟ), παιχνίδι «υψηλότερου ρίσκου» και έχει για αυτό το λόγο προχωρήσει στην έκδοση 400.000 ατομικών καρτών, που εμποδίζουν την συμμετοχή των προβληματικών παικτών, ενώ στη χώρα γίνεται μόνο μια κλήρωση την ημέρα και όχι πάνω από 100 όπως κάνει ο ΟΠΑΠ στην Ελλάδα.
Επίσης σοβαρά προβλήματα εθισμού υπάρχουν και σε ό,τι αφορά τα καζίνο, όπου υπάρχουν παίκτες που παίζουν ανενόχλητα επί δεκάδες ώρες συνεχώς, ενώ το ίδιο το κράτος δεν έχει ούτε στον τομέα αυτόν παρουσιάσει εν όψει του νέου νομοσχεδίου στοιχεία για την έκταση του προβλήματος, την αποτελεσματικότητα του ιδιωτικού προγράμματος που εφαρμόζεται και το είδος των πελατών που συγκεντρώνουν τα επίγεια καζίνο (π.χ. πελάτες εσωτερικού ή τουρίστες, μανιώδεις ή περιστασιακούς παίκτες κ.λπ.). Το μόνο που είναι γνωστό από σχετική ιδιωτική έρευνα (VPRC), είναι η εκτίμηση ότι από το σύνολο του πληθυσμού της χώρας, 176.000 άνθρωποι, κατά μέσο όρο, επισκέπτονται «μερικές φορές το μήνα» τα επίγεια καζίνο.
Το πρόβλημα του εθισμού είναι εντούτοις εξαιρετικά σοβαρό. Με βάση την έκθεση «Problem gambling in Europe: An overview», το πρόβλημα του εθισμού στα τυχερά παιχνίδια κυμαίνεται μεταξύ 0,5 %-2 % του πληθυσμού και μπορεί σε ορισμένες χώρες η εξάπλωση της προβληματικής ενασχόλησης με τα τυχερά παιχνίδια να φτάνει και πάνω από το 3 %. Ο εθισμός έχει συνήθως καταστροφικές επιπτώσεις στην προσωπική και κοινωνική ζωή των εθισμένων και των οικογενειών τους, ενώ υπάρχουν σχεδόν πάντα και πολύ σοβαρές παράπλευρες οικονομικές επιπτώσεις. Στην Ελλάδα από πρόσφατη έρευνα της VPRC τον Ιούλιο του 2010, προκύπτει ότι σοβαρά προβλήματα υπάρχουν στο 5-6% τουλάχιστον των οικογενειών, δηλαδή σε 200.000 περίπου οικογένειες, ποσοστό που είναι ασφαλώς πολύ υψηλό για ευρωπαϊκή χώρα, ενώ το πρόγραμμα του ΚΕΘΕΑ-Α, που είναι ένα από τα λίγα που καταπολεμούν τον εθισμό, έχει δίμηνη λίστα αναμονής. Επίσης με βάση νέα ευρωπαϊκά στοιχεία, στην Ελλάδα τα μικτά έσοδα από τα τυχερά παιχνίδια (Gross Gaming Revenues), είναι διπλάσια του μέσου όρου της Ευρώπης των 27 και φτάνουν το 1,3% του ΑΕΠ. Η κυβέρνηση έχει συνεπώς την ευθύνη να μελετήσει σοβαρά το πρόβλημα του εθισμού στα τυχερά παιχνίδια και να προβλέψει ρητά στο νομοσχέδιο ότι θα αφιερωθεί για τον περιορισμό του εθισμού ένα επαρκές ποσοστό από τα νέα έσοδα τα οποία αναμένει .
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Γράψτε ελεύθερα την άποψή σας !