‘Οποια κατάληξη και να έχει το γαϊτανάκι των υποψηφίων του ΣΥΡΙΖΑ για τον περιφερειάρχη Αττικής, το σίγουρο είναι ότι το γυαλί του συμμαχικού αυτού σχήματος έχει ραγίσει πια ανεπανόρθωτα, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ βγαίνει πια βαθιά τραυματισμένος, ουσιαστικά διασπασμένος και με την πολιτική του αξιοπιστία στο ναδίρ.
Καθώς η κρίσιμη συνεδρίαση της γραμματείας του ΣΥΡΙΖΑ πραγματοποιούνταν χθες το μεσημέρι (κι ενώ το Πριν είχε πάρει το δρόμο του για το τυπογραφείο), στο τραπέζι υπήρχαν τρεις υποψηφιότητες. Ο Συνασπισμός παρότι είχε καταλήξει στην πρόταση του Αλέξη Μητρόπουλου (παρά τις επιφυλάξεις του εργατολόγου), προωθούσε ως συμβιβαστική λύση της τελευταίας στιγμής τον Μανώλη Γλέζο, προτείνοντας για τις θέσεις των αντιπεριφερειαρχών τα τρία ...Α: Αλέξη Μητρόπουλο, Αλέκο Αλαβάνο και ίσως Αλέξη Τσίπρα. Από την άλλη πλευρά, συνιστώσες του ΣΥΡΙΖΑ επέμεναν στην υποψηφιότητα του Αλέκου Αλαβάνου, ενώ δεν λείπουν κι εκείνες που θεωρούν προσχηματική την πρόταση στον Μ. Γλέζο και προειδοποιούν ότι δεν θα τη στηρίξουν (στελέχη της ΚΟΕ μιλώντας στο Πριν).
Οι εξελίξεις αυτές, που κινούνται έντονα στο παρασκήνιο και με επιμονή στην ονοματολογία και στην υποτιθέμενη απήχηση του ενός ή του άλλου υποψηφίου, έχουν αποθαρρύνει και δημιουργήσει έντονη σύγχυση στον κόσμο του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και ευρύτερα της Αριστεράς, περισσότερο δε αφού απουσιάζει η ανοικτή και ουσιαστική πολιτική αντιπαράθεση. Τι εκφράζουν πολιτικά οι διαφορετικές προτάσεις υποψηφιοτήτων; Πρόκειται για πολιτική αντιπαλότητα ή για προσωπικές αναμετρήσεις με δέλεαρ τον έλεγχο του κόμματος ή του μετώπου; Τα αναπάντητα αυτά πολιτικά ερωτήματα γίνονται ακόμα πιο εκρηκτικά καθώς οι εργαζόμενοι και ο κόσμος της Αριστεράς βρίσκονται αντιμέτωποι με την πιο άγρια και ισοπεδωτική, ιστορικού χαρακτήρα, επίθεση στα δικαιώματά τους.
Δεν σημαίνει βεβαίως ότι απουσιάζουν οι σοβαρότατες πολιτικές διαφωνίες και αποκλίσεις μέσα στις δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ, που τροφοδοτούν άλλωστε τις διαρκείς αντιπαραθέσεις του τελευταίου 1,5 χρόνου. Αξιοσημείωτο είναι ότι μέχρι πριν μερικούς μήνες οι περισσότεροι απέδιδαν αυτές τις τριβές στην ισχυρή παρουσία της δεξιάς πτέρυγας του Συνασπισμού. Η αποκάλυψη ήρθε όταν οι αντιπαραθέσεις μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ μάλλον οξύνθηκαν μετά την αποχώρηση των «Ανανεωτών», υπό τον Φ. Κουβέλη, από τον ΣΥΝ! Άρα δεν ήταν αυτοί η μόνη -ή ίσως και η πιο βασική- αιτία. «Μα είναι κάτι πιο βαθύ που με λερώνει», όπως έγραφε ο Νίκος Καββαδίας.
Δεν είναι τυχαίο ότι η κρίση του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ άρχισε να εμφανίζεται με το «φούντωμα» της καπιταλιστικής κρίσης και ειδικά μετά την κοινωνική έκρηξη του Δεκέμβρη του 2008. Στο νέο περιβάλλον της κρίσης και της όξυνσης της ταξικής πάλης, εκεί όπου δοκιμάζονται και τίθενται υπό αμφισβήτηση η στρατηγική και η τακτική όλων των δυνάμεων της Αριστεράς (και του ΚΚΕ και της «εκτός των τειχών» Αριστεράς) η στρατηγική ανεπάρκεια και τα πολιτικά ελλείμματα μιας συμμαχίας, που παρά τη μαχητικότητά της και το ριζοσπαστισμό σημαντικού τμήματος του δυναμικού της, παρέμενε σε μια ρεφορμιστική προσέγγιση, έγιναν εκρηκτικά. Αντίθεση στο νεοφιλελευθερισμό, αλλά άρνηση μιας συνολικής αντικαπιταλιστικής γραμμής. Πάλη κατά των συνεπειών και των πολιτικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά όχι αντικαπιταλιστική διεθνιστική αποδέσμευση από την ΕΕ. Κίνημα και ακτιβισμός από τη μια, αλλά χωρίς κόψιμο των δεσμών με την «αρχαία σκουριά» της υποταγμένης συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας, της διαχείρισης στους Δήμους και της κοινοβουλευτικής και θεσμικής λαγνείας. Με τους νέους τον Δεκέμβρη, αλλά και με τη μη χρήση βίας και τις τελετές των συνδικαλιστικών αστυνομικών. Με τη «γενιά του άρθρου 16» αλλά και έχοντας μαζί μερικούς πρόθυμους της Μαριέτας και με την υπόσκαψη της αγωνιστικής αριστερής διοίκησης της ΠΟΣΔΕΠ. Με τη μαχητική αντιπολίτευση των δρόμων, αλλά και με την αναζήτηση κυβερνητικών προτάσεων. Με τη φιλοδοξία να είναι μια ριζοσπαστική Αριστερά, αλλά χωρίς την ουσία της, χωρίς επαναστατική και σύγχρονη κομμουνιστική φυσιογνωμία, η οποία συχνά απαξιωνόταν ως κουσούρι του παρελθόντος και αριστερισμός.
Γενικά, ο ΣΥΡΙΖΑ όλα τα προηγούμενα χρόνια -και παρά την αξιοπρόσεκτη μαχητικότητα πολλών αγωνιστών του μέσα στο κίνημα- έδειχνε να πατά σε δύο βάρκες. Την περίοδο της σχετικής κοινωνικής νηνεμίας κάτι τέτοιο ήταν ως ένα βαθμό δυνατό. Την εποχή όμως της κοινωνικής θύελλας, της ταξικής φουρτούνας και σύγκρουσης, οι «βάρκες» απομακρύνονται και ο ισορροπιστής βρίσκεται στο κενό. Τα διλήμματα τίθενται πλέον με πιο καθαρό και άμεσο τρόπο και ο καθένας πρέπει να αποφασίσει με ποιον θα πάει και ποιον θα αφήσει.
Σε αυτές τις συνθήκες η ανεπάρκεια του ΣΥΡΙΖΑ -και ειδικά των ηγετικών δυνάμεων του ΣΥΝ- αναδείχθηκε με ακόμα πιο εκκωφαντικό τρόπο. Ειδικά τους τελευταίους μήνες, με τους εργαζόμενους στην Ελλάδα να βρίσκονται κάτω από τη μπότα του μνημονίου και της συντονισμένης επίθεσης της «χούντας» κυβέρνησης - ΕΕ - ΔΝΤ, η ηγεσία του ΣΥΝ οχυρώθηκε πίσω από την υπεράσπιση ενός παρωχημένου «αριστερού ευρωπαϊσμού», ανοίγοντας μέτωπο στις τάσεις του κινήματος και της Αριστεράς που παλεύουν για τη ρήξη με την ΟΝΕ και την ΕΕ. Αρνήθηκε το αίτημα της παύσης πληρωμών και της διαγραφής του χρέους, με διαχειριστικές ισορροπίες για δυνατότητα επαναδιαπραγμάτευσης μέρους του κ.λπ. Και ειδικά τους τελευταίους μήνες επικεντρώθηκε στην προσπάθεια να βρει «καλούς πασόκους» για να τους θέσει επικεφαλής στα ψηφοδέλτια, για να γίνει η περιβόητη «συνάντηση με το σοσιαλιστικό χώρο, που θα ανατρέψει συθέμελα το πολιτικό σκηνικό».
Για μια ακόμα φορά η ρεφορμιστική Αριστερά αυταπατάται και απατά τον κόσμο σε σχέση με το ΠΑΣΟΚ. Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι προϋπόθεση για την αντεπίθεση ενός συντριπτικού μαζικού κινήματος και για την αλλαγή των πολιτικών συσχετισμών είναι το πέρασμα μαζικά κόσμου που βρίσκεται (ή βρισκόταν) στην επιρροή του ΠΑΣΟΚ (αλλά και της ΝΔ σε μικρότερο βαθμό) σε θέσεις αποφασιστικής πάλης και πολιτικής μετατόπισης για την ανατροπή της επίθεσης, του μνημονίου κ.λπ. Αλλά αυτό ούτε προκύπτει εύκολα, ούτε μπορεί να γίνει κυρίως μέσω της προσέλκυσης υποψηφίων από τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ. Δεν μπορεί να γίνει «από τα πάνω», αφού ο κομματικός και συνδικαλιστικός κορμός του ΠΑΣΟΚ δεν έχει πάψει να μας εκπλήσσει με την αστική του μετάλλαξη και το βαθμό ενσωμάτωσής του στο σύστημα. Απαιτεί μια συστηματική δουλειά στη βάση, τη διαμόρφωση κινηματικών, κοινωνικών και πολιτικών όρων, που θα επιτρέψουν τη ριζοσπαστικοποίηση και τη μετατόπιση εργατικών και λαϊκών μαζών προς τα αριστερά. Αλλά αυτό χρειάζεται μια αριστερή
παρέμβαση, «ζητά» μια ανατρεπτική και γι' αυτό ελκτική Αριστερά της νέας εποχής. Της πάλης ενάντια στο ζόφο της τρόικας και της κρίσης, αλλά και της ελπίδας για την ανατροπή τους, με έμπνευση από το μέλλον μιας κοινωνίας απελευθέρωσης. Δηλαδή απαιτεί η Αριστερά να γίνει ...Αριστερά που χρειάζονται οι εργαζόμενοι και όχι να μετατραπεί η ίδια σε νέα αδύναμη σοσιαλδημοκρατία, για να πετύχει δήθεν τη συνάντηση με το «σοσιαλιστικό χώρο».
Αποκαλυπτικό των αιτιών της κρίσης που ταλανίζει το χώρο του ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι τη γραμμή της συνάντησης με το σοσιαλιστικό χώρο, που προωθεί τώρα η ηγετική ομάδα περί τον Α. Τσίπρα (με τον πλέον καταστροφικό τρόπο), έχει πρωτοδιατυπωθεί και επανειλημμένα επαναφερθεί από τον Αλ. Αλαβάνο...
Οι δυνάμεις της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς και της κομμουνιστικής επαναθεμελίωσης προσπαθούν, με τις δικές τους τεράστιες αδυναμίες και ανεπάρκειες, να ανοίξουν έναν άλλο δρόμο, το δρόμο της αντικαπιταλιστικής αριστερής συσπείρωσης, για τη συμβολή σε ένα νικηφόρο πολιτικό κίνημα των εργαζομένων και της νεολαίας, για τον πόλο της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς, για την αναγέννηση της επαναστατικής και κομμουνιστικής προοπτικής. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ έχει ήδη τη δική της συμβολή σε αυτή την υπόθεση. Σηκώνουν τη σημαία της επιτακτικής ταξικής αγωνιστικής ενότητας για να αποκρουστεί - ανατραπεί η βάρβαρη επίθεση κυβέρνησης -τρόικας - κεφαλαίου και πάνω σε αυτή τη βάση επιδιώκουν την κοινή δράση των δυνάμεων του κινήματος και της Αριστεράς. Την ίδια ώρα η ανάγκη ενός ευρύτερου -προωθητικού και όχι παραλυτικού- διαλόγου μέσα στην Αριστερά και ειδικά με το «πρώτο κόμμα» της, εκείνο των ανένταχτων, δυναμώνει.
Προφανώς η αντικαπιταλιστική Αριστερά δεν ενδιαφέρεται για ωφελιμιστικές, μικροκομματικές λογικές «παρέμβασης» στην κρίση του ΣΥΡΙΖΑ, που άνετα μπορεί να τη μετατρέψουν σε μέρος του προβλήματος. Το ζητούμενο είναι η συμβολή της, με το δικό της αυτοτελή τρόπο, στη μεγάλη υπόθεση της άλλης Αριστεράς που ζητά εναγωνίως η εποχή μας. ΠΡΙΝ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Γράψτε ελεύθερα την άποψή σας !